Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013

Διαταραχές συνδεόμενες με τη λήψη ψυχοδραστικών ουσιών



Ορισμοί

Εξαρτησιογόνος ουσία:

• χημικές ουσίες (με ποικίλη δομή και δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα, από διεγερτική μέχρι κατασταλτική)
• μεταβάλλουν τη σωματική και ψυχική κατάσταση του ατόμου
• προκαλούν εξάρτηση ψυχική ή και σωματική, ποικίλου βαθμού

Ψυχοδραστική/ψυχοτρόπος ουσία:

Ουσία, η οποία λαμβανόμενη από οιαδήποτε οδό του σώματος, μεταβάλλει τη σωματοψυχική κατάσταση λειτουργίας του χρήστη.

Απλή ή περιστασιακή χρήση:

Συνηθισμένη κατάσταση, που δε σχετίζεται υποχρεωτικά με μία εξελικτική πορεία προς κατάχρηση ή εξάρτηση.

Κοινωνική χρήση:

Χρήση εξαρτησιογόνων, μη απαγορευμένων ψυχοτρόπων ουσιών (καφεΐνη, νικοτίνη, αλκοόλ), που δε σχετίζεται υποχρεωτικά με μία εξελικτική πορεία προς κατάχρηση ή εξάρτηση.

Επιβλαβής χρήση (ICD 10):

Τρόπος χρήσης ψυχοδραστικών ουσιών που προκαλεί βλάβη σωματικής ή ψυχικής υγείας του χρήστη. Βασίζεται στην αποδεδειγμένη εμπλοκή της ουσίας στη ψυχική και σωματική λειτουργικότητα. Δεν περιλαμβάνει την κοινωνική λειτουργικότητα, την παραβατικότητα ή τη χρήση ουσιών σε καταστάσεις στις οποίες είναι σωματικά επικίνδυνες (π.χ. οδήγηση αυτοκινήτου ή χειρισμός μηχανών υπό την επήρεια της ουσίας).

Κατάχρηση :

Δυσπροσαρμοστικό πρότυπο χρήσης ουσιών, που οδηγεί σε κλινικά σημαντική έκπτωση ή ενόχληση, η οποία αφορά βασικούς τομείς της ζωής του χρήστη, όπως τον ατομικό, τον οικογενειακό, τον εργασιακό και τον ευρύτερο κοινωνικό.

Κατάχρηση (DSM IV):

Α. Δυσπροσαρμοστικό πρότυπο χρήσης ουσιών, που οδηγεί σε κλινικά σημαντική έκπτωση ή ενόχληση, όπως εκδηλώνεται με τουλάχιστον 1 από τα παρακάτω σε διάστημα 12 μηνών:

1. υποτροπιάζουσα χρήση, με αποτέλεσμα την αποτυχία εκπλήρωσης βασικών υποχρεώσεων στην εργασία, το σχολείο ή το σπίτι
2. συνεχιζόμενη λήψη, παρ’ όλες τις αρνητικές κοινωνικές ή διαπροσωπικές συνέπειες
3. υποτροπιάζουσα χρήση σε καταστάσεις που είναι σωματικά επικίνδυνο
4. υποτροπιάζοντα προβλήματα με το νόμο
Β. Τα συμπτώματα δεν πληρούσαν ποτέ τα κριτήρια της εξάρτησης γι’ αυτήν την ουσία

Εξάρτηση (DSM IV):

Δυσπροσαρμοστικό πρότυπο χρήσης ουσιών, που οδηγεί σε κλινικά σημαντική έκπτωση ή ενόχληση, όπως εκδηλώνεται με τουλάχιστον 3 από τα παρακάτω σε διάστημα 12 μηνών:

1. Ανοχή (ένα από τα ακόλουθα):
b. περιορισμένο αποτέλεσμα με τη συνέχιση της χρήσης ίδιας ποσότητας ουσίας
c. ανάγκη για αυξημένες ποσότητες ουσίας για την επίτευξη επιθυμητού αποτελέσματος
2. Στέρηση (ένα από τα ακόλουθα):
a. χαρακτηριστικό στερητικό σύνδρομο για την ουσία
b. λήψη ίδιας ή παρόμοιας ουσίας για την αποφυγή στερητικού συνδρόμου
3. Διάθεση υπερβολικού χρόνου για την απόκτηση της ουσίας, τη χρήση, ή την ανάνηψη από αυτήν
4. Παραίτηση από κοινωνικές και επαγγελματικές υποχρεώσεις λόγω χρήσης ουσίας
5. Συνέχιση χρήσης, παρά την επίγνωση των αρνητικών σωματικών ή ψυχολογικών συνεπειών
6. Αδυναμία διακοπής ή ελέγχου λήψης της ουσίας, παρά την επίμονη επιθυμία,
7. Διάρκεια λήψης και ποσότητες μεγαλύτερες από την αρχική πρόθεση του ατόμου

Εξάρτηση (ICD-10):

Φάσμα φυσιολογικών, νοητικών και συμπεριφορικών εκδηλώσεων, όπου:

• Η χρήση κάποιας ουσίας αποκτά πολύ μεγαλύτερη σημασία από άλλες σημαντικές δραστηριότητες του ατόμου.
• Συχνή, ακατανίκητη επιθυμία για εξεύρεση και χρήση ψυχοδραστικών ουσιών.
• Τα φαινόμενα εξάρτησης, σχετίζονται με το περιβάλλον, την προσωπικότητα και τη φύση της ουσίας.
• Ουσιώδες χαρακτηριστικό, η διαπίστωση χρήσης ή έντονης επιθυμίας για χρήση της ουσίας.

Εξάρτηση:

Ύπαρξη ψυχολογικής ή και σωματικής εξάρτησης



Α. Ψυχολογική εξάρτηση (εθισμός):Συνοδεύει σχεδόν όλες τις μορφές εξάρτησης. Χαρακτηρίζεται από:

1. Επιθυμία συνεχούς χρήσης της ουσίας, για να νιώσει την ευχάριστη ενέργεια που προκαλεί
2. Συνεχής αύξηση της δόσης για να υπάρξει το επιθυμητό αποτέλεσμα
Η ένταση της ψυχολογικής εξάρτησης ποικίλει, ανάλογα με την ουσία και την προσωπικότητα του ατόμου. Η επιθυμία για την ουσία μπορεί να είναι τόσο ισχυρή, που μπορεί να οδηγήσει το άτομο σε αντικοινωνική συμπεριφορά.

Β. Σωματική εξάρτηση:

Η κατάσταση του οργανισμού, κατά την οποία εκδηλώνονται διάφορα σωματικά ή ψυχοπαθολογικά συμπτώματα κατά τη μείωση ή διακοπή χρονίως λαμβανόμενης ψυχοτρόπου ουσίας.Τα συμπτώματα αυτά είναι χαρακτηριστικά για κάθε είδος ουσίας. Χαρακτηρίζεται από:

1. Στερητικό σύνδρομο κατόπιν απότομης διακοπής της ουσίας
2. Ανάγκη για ολοένα και αυξανόμενες δόσεις (ανοχή)
3. Καταναγκαστική επιθυμία χρήσης της ουσίας
4. Δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές που σχετίζονται με τη χρήση ουσίας


Σωματική εξάρτηση (DSM IV):

Ύπαρξη ανοχής ή στέρησης

• Ανοχή (ένα από τα ακόλουθα):
- περιορισμένο αποτέλεσμα με τη συνέχιση της χρήσης ίδιας ποσότητας ουσίας

- ανάγκη για αυξημένες ποσότητες ουσίας για την επίτευξη επιθυμητού αποτελέσματος

• Στέρηση (ένα από τα ακόλουθα):
- χαρακτηριστικό στερητικό σύνδρομο για την ουσία

- λήψη ίδιας ή παρόμοιας ουσίας για την αποφυγή στερητικού συνδρόμου



Ανοχή ή αντοχή:

• Η μείωση της απάντησης στη φαρμακολογική δράση μιας ουσίας, μετά από συνεχή χρήση της. Συνεπώς, απαιτούνται ολοένα και υψηλότερες δόσεις για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος.
• Εμφάνιση στερητικών συμπτωμάτων ενώ το άτομο κρατά σταθερή την ποσότητα χρήσης.


Ανοχή :

• Η ανάγκη λήψης της ουσίας σε ολοένα και αυξανόμενες δόσεις για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος, ή για την αποφυγή στερητικού συνδρόμου.
• Παρατηρείται και στη σωματική, αλλά και στην ψυχική εξάρτηση




Ανοχή (DSM IV) (ένα από τα ακόλουθα):

1. περιορισμένο αποτέλεσμα με τη συνέχιση της χρήσης ίδιας ποσότητας ουσίας
2. ανάγκη για αυξημένες ποσότητες ουσίας για την επίτευξη επιθυμητού αποτελέσματος

Διασταυρούμενη ανοχή ή εξάρτηση :

Ικανότητα υποκατάστασης μιας ουσίας από μια άλλη, που κάθε μια προκαλεί τα ίδια σωματικά και ψυχολογικά αποτελέσματα (π.χ. διαζεπάμη και βαρβιτουρικά, αλκοόλ και βενζοδιαζεπίνες)

Βιολογικοί μηχανισμοί ανοχής :

1. Μηχανισμοί ομοιόστασης
2. Ιστοχημικές μεταβολές στα κύτταρα – στόχους της ουσίας στο ΚΝΣ (φαρμακοδυναμικού ή φαρμακοκινητικού τύπου ανοχή)
3. Μεταβολικοί μηχανισμοί


Βιολογικοί μηχανισμοί ανοχής:

Φαρμακοκινητικοί: αυξημένος μεταβολισμός → μειωμένη συγκέντρωση της ουσίας στον τόπο δράσης και Φαρμακοδυναμικοί: προσαρμογή κυττάρων στον τόπο δράσης με σταθερή ή αυξημένη συγκέντρωση ουσίας

Αντίστροφη ανοχή ή ευαισθητοποίηση:

Η κατάσταση κατά την οποία η δράση μιας ουσίας ενισχύεται με την επαναλαμβανόμενη χρήση. Δηλαδή μετά την εγκατάσταση εξάρτησης, οι κλινικές δράσεις της ουσίας επιτυγχάνονται με μικρότερες δόσεις. Εμφανίζεται σε μακροχρόνια χρήση Κοκαΐνης (ψυχωσική αντίδραση αντί της συνηθισμένης ευφορίας). Ουσίες: Κοκαΐνη

Παθοπλαστικότητα :

Η ίδια ουσία στην ίδια ποσότητα μπορεί να έχει διαφορετικά αποτελέσματα ακόμα και στο ίδιο άτομο σε διαφορετικές στιγμές χρήσης.

Αλκοολισμός :

Συνεχιζόμενη χρήση αλκοόλ, παρά τις τεκμηριωμένες και επαναλαμβανόμενες δυσμενείς συνέπειες. Ανάλογα με τις επιπτώσεις διακρίνεται σε διαταραχές:

1. Από την άμεση επίδραση του αλκοόλ στον εγκέφαλο (τοξίκωση)
2. Συμπεριφοράς (κατάχρηση – εξάρτηση)
3. Με μακροχρόνιες συνέπειες (άνοια, εγκεφαλοπάθεια Wernicke – Korsakoff)


Τοξίκωση (DSM IV):

Α. Αναστρέψιμο, ειδικό για την ουσία σύνδρομο, οφειλόμενο στην πρόσφατη λήψη ψυχοτρόπου ουσίας.

Β. Κλινικά σημαντική δυσπροσαρμοστική συμπεριφορά ή ψυχολογικές αλλαγές, κατά τη διάρκεια ή λίγο μετά τη χρήση ουσίας, που προκαλούνται από τη δράση της ουσίας στο κεντρικό νευρικό σύστημα.

Γ. Τα συμπτώματα δεν οφείλονται σε γενική σωματική κατάσταση ή άλλη ψυχική διαταραχή.

Τοξίκωση:

• Το σύνολο εκδηλώσεων που συνδέονται με πρόσφατη λήψη ψυχοδραστικής ουσίας.
• Εξαρτάται από τη δοσολογία, τις συνθήκες χρήσης, την ιδιοσυγκρασία του χρήστη.
• Μπορεί να οδηγήσει στο θάνατο
Ουσίες: συνηθέστερα οπιοειδή και κατασταλτικά

Ιδιοσυγκρασιακή τοξίκωση:
Δυσπροσαρμοστική συμπεριφορά, μετά τη λήψη ακόμα και μικρής ποσότητας αλκοόλ. Πιθανή ευαλωτότητα σε άτομα με ιστορικό εγκεφαλικής βλάβης. Αποτελεί ιατρικό επείγον και απαιτεί μέτρα προφύλαξης, Λοραζεπάμη ή Αλοπεριδόλη

Διαλείψεις :

Επεισόδια αλκοολικής τοξίκωσης με πλήρη προχωρητική αμνησία, ενώ το άτομο είναι ξύπνιο και σε εγρήγορση. Πιθανή ευαλωτότητα σε άτομα με ιστορικό εγκεφαλικής βλάβης.

Αντίδραση πανικού – bad trip:

Παρατηρείται συνήθως κατά την πρώτη επαφή με την ουσία.

• Υπερβολικός φόβος για μόνιμη βλάβη στον οργανισμό από την ουσία
• Αίσθημα απώλειας του ελέγχου
• Άγχος
• Ταχυπαλμία, ταχύπνοια, εφίδρωση, αύξηση αρτηριακής πίεσης
Ουσίες: κάνναβη, παραισθησιογόνα

Σύνδρομο στέρησης:

• Σύνολο σωματικών και ψυχολογικών συμπτωμάτων κατά τη μείωση ή διακοπή ουσίας, η οποία έχει προκαλέσει σωματική εξάρτηση.
• Τα συμπτώματα είναι χαρακτηριστικά για κάθε είδος ουσίας και συνήθως αντίθετα από αυτά που προκαλεί η ουσία.
• Ο χρόνος εμφάνισης του στερητικού συνδρόμου εξαρτάται από τον t½ της ουσίας και του ρυθμού μεταβολισμού της.
• Η έναρξη και η πορεία του στερητικού συνδρόμου έχουν συγκεκριμένη διάρκεια.
Η ένταση των συμπτωμάτων είναι συνήθως ανάλογη της ποσότητας και του χρόνου χρήσης της ουσίας. Ο βαθμός της σωματικής εξάρτησης εκτιμάται από τη σοβαρότητα του στερητικού συνδρόμου. Τα έντονα συμπτώματα υποχωρούν μετά από αποχή μερικών ημερών, ενώ ηπιότερα συμπτώματα παραμένουν για μερικές εβδομάδες. Η εξέλιξη του στερητικού συνδρόμου εξαρτάται επίσης από την προσωπικότητα, την ψυχολογία, τις προσδοκίες από τη χρήση και το περιβάλλον του χρήστη





Σύνδρομο στέρησης DSM IV:


Α. Ανάπτυξη ενός ειδικού για την ουσία συνδρόμου, οφειλόμενου στη διακοπή ή μείωση της χρήσης της ουσίας, η οποία προηγουμένως ήταν βαριά και παρατεταμένη.
Β. Το ειδικό για την ουσία σύνδρομο προκαλεί κλινικά σημαντική ενόχληση ή έκπτωση της λειτουργικότητας

Γ. Τα συμπτώματα δεν οφείλονται σε γενική σωματική κατάσταση και δεν εξηγούνται καλύτερα με άλλη ψυχική διαταραχή.

Απόσυρση :

Συμπτώματα και σημεία στέρησης κατά τη διακοπή συνταγογραφούμενων φαρμάκων

Αναδρομικό βίωμα (flashback):

• Οπτικές πανοραμικές ψευδαισθήσεις γεωμετρικών σχημάτων χωρίς πρόσφατη χρήση ουσίας
• Είναι ανάλογες με αυτές που είχε όταν έκανε χρήση
Ουσίες: κάνναβη, παραισθησιογόνα

Ψυχωτική αντίδραση:

• Ψευδαισθήσεις (συνήθως οπτικές)
• Παραλήρημα (συνήθως διωκτικό)
• Απώλεια ελέγχου της πραγματικότητας
• Ταχυκαρδία
Πλήρως αναστρέψιμη κατάσταση, διάρκειας ολίγων 24-ώρων Ουσίες: παραισθησιογόνα, διεγερτικά, αλκοόλ

Ντελίριο

Αιτία: Υπερβολικές δόσεις ή απότομη διακοπή μιας ουσίας Προδιαθεσικοί παράγοντες:

• Μεγάλη ηλικία
• Σωματική συννοσηρότητα
• Χρήση αλκοόλ
Κλινική εικόνα:

• Ψυχοκινητική διέγερση
• Μείωση νοητικών λειτουργιών
• Διαταραχή προσανατολισμού
• Ιδέες δίωξης
• Άγχος
• Κώμα, θάνατος


Κλινικά ψυχιατρικά προβλήματα σχετιζόμενα με τη χρήση-κατάχρηση ψυχοτρόπων ουσιών

1. Τοξική αντίδραση ή τοξίκωση
2. Στερητικό σύνδρομο
3. Αντίδραση πανικού
4. Αναδρομική εμβίωση (flashback)
5. Ψυχωσική αντίδραση
6. Οργανικό ψυχοσύνδρομο

7. Συναισθηματικές διαταραχές

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.